- μελαμπόδεια
- μελαμ-πόδεια, τά,A festival of Melampus at Aegosthena, IG7.223.22 (ii B. C.):
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Μελαμπόδεια — Μελαμπόδεια, τὰ (Α) βλ. Μελαμπόδειος … Dictionary of Greek
Μελαμπόδειος — Μελαμπόδειος, εία, ον και Μελαμπόδιος, ία, ον, θηλ. και Μελαμπόδεια (Α) [Μελάμπους] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μάντη Μελάμποδα 2. το θηλ. ως ουσ. Μελαμπόδεια ποίημα σε τρία τουλάχιστον βιβλία που αναφερόταν στον βίο και στις πράξεις… … Dictionary of Greek